- νάιτ κλαμπ
- (αγγλ. night club). Νυχτερινό κέντρο διασκεδάσεων, οι θαμώνες του οποίου χορεύουν και παρακολουθούν ελαφρά θεάματα ποικιλιών. To ν.κ. αμερικανικό, αντίστοιχο των γαλλικών cafe -chantant, cabaret και tabarin - πρωτοεμφανίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά το 1930 μέσα στο κλίμα της ποτοαπαγόρευσης και στην αρχή είχε κυρίως τη μορφή κρυφού ποτοπωλείου. Προήλθε από τον συνδυασμό των μικρών εστιατορίων που προσέφεραν και θεάματα και των honky tonks, ύποπτων κέντρων, όπου σύχναζαν κακοποιοί και όπου, ωστόσο, έκαναν τις πρώτες τους εμφανίσεις μερικά από τα μελλοντικά μεγάλα ονόματα του αμερικανικού ελαφρού θεάτρου. Μετά την κατάργηση του νόμου της ποτοαπαγόρευσης (που ίσχυε στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1919 έως το 1933), το ν.κ. έγινε δημοφιλέστατο· σε αυτό συνέτεινε και η παρακμή του αμερικανικού βαριετέ (ή vaudeville) που έστειλε εκεί τα καλύτερα στοιχεία του ελαφρού μουσικού θεάματος. Τα ν.κ. διαδόθηκαν έπειτα, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, σε ολόκληρο τον κόσμο. Από τα γνωστότερα, είναι το Λίντο του Παρισιού και το Στορκ Κλαμπ της Νέας Υόρκης.
Dictionary of Greek. 2013.